ETF: iShares JPMorgan USD Emerg Markets Bond

Σάββατο 11 Ιουνίου 2011

ΗΠΑ: Η στήριξη της αυτοαπασχόλησης τόνωση για την οικονομία


Του Richard Greenwald

Η ιδρυθείσα προς διετίας συμβουλευτική εταιρεία μάρκετινγκ της Noelle Stary φέτος θα έχει έσοδα σχεδόν $100.000, όμως εκείνη ανησυχεί για την επιβίωσή της. Η Stary μοιράζεται με άλλους ένα γραφείο στο κεντρικό New Jersey και αντιμετωπίζει τις συνήθεις δυσκολίες κάθε νέας επιχείρησης, όπως είναι οι «σφιχτοχέρηδες» τραπεζίτες και οι πελάτες που καθυστερούν να πληρώσουν. Ωστόσο, μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι δεν έχει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει πλεονεκτήματα όπως τα φορολογικά κίνητρα ή η εργατική νομοθεσία που ευνοούν τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις. «Κάθε βήμα στην πορεία προς την ανάπτυξη είναι σχεδόν πάντα πιο περίπλοκο από το προηγούμενο», λέει η 29χρονη Stary, πρώην μάνατζερ σε μια μικρή διαφημιστική εταιρεία στο Μανχάταν.

Η Stary είναι μια από τους περισσότερους από 40 εκατ. αυτοαπασχολούμενους -το 31% του αμερικανικού εργατικού δυναμικού, οι οποίοι αποτελούν ένα ολοένα και πιο σημαντικό κομμάτι της οικονομίας. Η Μεγάλη Ύφεση επιταχύνει την τάση αυτή για αυτοαπασχόληση. Το Δεκέμβριο μια έρευνα της Αμερικανικής Ένωσης Στελέχωσης ανάμεσα σε 10.000 εργοδότες έδειξε ότι τον τελευταίο χρόνο ο αριθμός των προσωρινά απασχολούμενων εργαζόμενων που διατίθενται σε εταιρείες από γραφεία εργασίας όπως τα Manpower (MAN) και Kelly Services (KELYA) αυξήθηκε κατά 19%. Έως το 2019, οι αυτοαπασχολούμενοι θα αποτελούν το 40% του συνόλου των Αμερικανών εργαζομένων, σύμφωνα με το Αμερικανικό Γραφείο Στατιστικής της Εργασίας.

Παρά την αυξανόμενη σημασία των ελεύθερων επαγγελματιών για την οικονομία, η εργασία τους δυσχεραίνεται από το φορολογικό και τον εργατικό κώδικα. Το αμερικανικό σύστημα παροχών βάσει απασχόλησης χρονολογείται από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν το πάγωμα των μισθών εμπόδιζε τις μεγάλες εταιρείες να προσελκύσουν υψηλής ποιότητας εργατικό δυναμικό. Για να κρατήσουν τους εργάτες, ιδιαίτερα όσους είχαν εξειδίκευση, εταιρείες όπως η General Motors (GM) και η U.S. Steel (X) ξεκίνησαν να επιδοτούν προγράμματα υγειονομικής κάλυψης, συνταξιοδότησης και αδειών.

Μετά τον πόλεμο η στρατηγική αυτή διευρύνθηκε, καθώς τα συνδικάτα «κλείδωναν» τις παροχές με τις μακροπρόθεσμες συμβάσεις εργασίας. Το σύστημα αυτό ωφέλησε τους Αμερικανούς εργαζόμενους έως τη δεκαετία του 1980, όταν η παγκοσμιοποίηση άρχισε να φθίνει την εξάρτηση των μεγάλων εργοδοτών από το εγχώριο προσωπικό πλήρους απασχόλησης.

Οι ελεύθεροι επαγγελματίες επωμίζονται όλους τους κινδύνους

Σήμερα το γρήγορα αναπτυσσόμενο δυναμικό των ελεύθερων επαγγελματιών επωμίζεται δαπάνες και κινδύνους που μέχρι πρότινος βάρυναν τις εταιρείες. Οι αυτοαπασχολούμενοι δεν μπορούν να κάνουν ασφάλιση ανεργίας ή να λάβουν αποζημίωση σε περίπτωση ασθένειας ή ατυχήματος. Εκτός αυτού, οι περισσότεροι ομοσπονδιακοί ή πολιτειακοί εργατικοί νόμοι δεν τους καλύπτουν. Κατά συνέπεια, όταν θέλουν να διεκδικήσουν οφειλόμενες πληρωμές, δεν έχουν πολλά περιθώρια πέρα από το να προσφύγουν στα δικαστήρια μικροδιαφορών, ξοδεύοντας έτσι πολύτιμο χρόνο και χρήμα.

Ακόμη χειρότερο είναι το γεγονός ότι, ενώ οι αυτοαπασχολούμενοι φορολογούνται ως εργοδότες μεσαίων επιχειρήσεων, στην περίπτωσή τους δεν εκπίπτουν τα ασφάλιστρα υγειονομικής κάλυψης αλλά και άλλες δαπάνες, όπως συμβαίνει στις μεγάλες επιχειρήσεις.

Σύμφωνα με τη Φορολογική Υπηρεσία των ΗΠΑ, οι σύμβουλοι κερδίζουν κατά μέσο όρο περίπου 30% λιγότερα σε σχέση με τους συναδέλφους τους που εργάζονται σε εταιρείες, όμως πληρώνουν και τις εργοδοτικές και τις εργατικές εισφορές για την Κοινωνική και την Ιατρική Ασφάλιση (Medicare), οι οποίες συνολικά ανέρχονται στο 15% του εισοδήματός τους. Περίπου τα τρία τέταρτα των αυτοαπασχολούμενων Αμερικανών εργάζονται σε πόλεις που φορολογούν τις επιχειρήσεις μη ανώνυμης εταιρικής μορφής με κατά μέσο όρο 4% επί των κερδών τους.

Η υγειονομική κάλυψη ίσως να αποτελεί το μεγαλύτερο εμπόδιο. Για χρόνια οι περισσότεροι ελεύθεροι επαγγελματίες δεν μπορούσαν να ανταπεξέρθουν στα υψηλά ασφάλιστρα. Σήμερα, παρά τις υποσχέσεις του, ο νόμος για τη μεταρρύθμιση του συστήματος υγείας δεν έχει βελτιώσει την πρόσβαση στην πρόνοια για όλους τους Αμερικανούς. Για εκατομμύρια ανθρώπους σαν την Stary,η οποία λέει ότι το σχέδιό της για την υγειονομική κάλυψη είναι «να ελπίζει να μην αρρωστήσει», η μόνη επιλογή είναι το άνοιγμα ενός αποταμιευτικού λογαριασμού υγείας. Όμως αυτό δεν βοηθάει και πολύ εάν το κόστος της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης υπερβαίνει το ανώτατο όριο κάλυψης του νέου νόμου, που είναι $6.000 για μεμονωμένα άτομα ή $11.000 για οικογένειες. Η Stary, όπως οι περισσότεροι ελεύθεροι επαγγελματίες, εξακολουθεί να μην έχει τα μέσα να αποκτήσει ασφάλιση υγείας.

Ευνοϊκότερη φορολόγηση για τους ελεύθερους επαγγελματίες

Υπάρχουν αρκετά μέτρα που μπορούν να ληφθούν. Καταρχάς, το Κογκρέσο πρέπει να θέσει εκ νέου σε εφαρμογή το Νόμο του 2010 για τις θέσεις εργασίας στις μικρές επιχειρήσεις. Στα πλαίσια του νόμου αυτού, ο οποίος έπαψε να ισχύει από το τέλος του προηγούμενου έτους, τα ασφάλιστρα υγειονομικής κάλυψης των ελεύθερων επαγγελματιών εξέπιπταν πλήρως πριν να υπολογιστούν οι φόροι της Κοινωνικής και Ιατρικής Ασφάλισης (Medicare). Επιπλέον, η ομοσπονδιακή εργατική νομοθεσία πρέπει να τροποποιηθεί έτσι ώστε να καλύπτει τις μη πληρωμές προς τους συμβούλους, οι οποίοι τότε θα μπορούσαν να προσφύγουν στο Υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ, αντί να πρέπει να καταθέσουν μήνυση στο δικαστήριο μικροδιαφορών. Κάτι τέτοιο θα εξίσωνε τους όρους του παιχνιδιού, μεταφέροντας το βάρος της απόδειξης από τον ελεύθερο επαγγελματία στην εταιρεία που κατηγορείται για μη καταβολή οφειλών. Επιπλέον, καλό θα ήταν να ενθαρρύνουμε τις πόλεις να αναθεωρήσουν τη φορολόγηση των επιχειρήσεων μη ανώνυμης εταιρικής μορφής, τουλάχιστον για το πρώτο χρονικό διάστημα.

Η Noelle Stary και εκατομμύρια άλλοι αυτοαπασχολούμενοι δεν θα έπρεπε να αγωνίζονται τόσο σκληρά στη νέα οικονομία. Σήμερα αποτελούν τη μεγαλύτερη πηγή δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, κάτι που φαίνεται ότι θα συνεχιστεί και τις ερχόμενες δεκαετίες. Η στήριξή τους θα τονώσει την οικονομία και θα διευκολύνει την ανάκαμψη, ενώ παράλληλα μπορεί να αναπτυχθούν σε υγιείς μικρούς εργοδότες, δημιουργώντας έτσι περισσότερες θέσεις εργασίας.

Ο Richard Greenwald είναι κοσμήτορας και καθηγητής ιστορίας και κοινωνικών επιστημών στο St. Joseph΄s College, στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Το επόμενο βιβλίο του τιτλοφορείται The Death of 9-5: Permanent Freelancers, Empty Offices and the New Way America Works (Bloomsbury, 2012).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου